Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα

ΚΡΗΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ - ΚΡΗΤΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ - ΚΡΗΤΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ - ΣΕΛΙΔΑ 42

Καλωσήρθατε στο αρτιότερο Κρητικό Λεξικό με κρητικές λέξεις από την κρητική διάλεκτο και το κρητικό λεξιλόγιο - γλωσσάρι!

Εδώ θα βρείτε κρητικές λέξεις με την ερμηνεία τους, την ετυμολογία τους, παραδείγματα χρήσης, συνώνυμα και αντίθετα.

Για να αναζητήσετε μια λέξη μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τον κεντρικό μηχανισμό αναζήτησης στο πάνω μέρος της σελίδας.

Αν πατήσετε σε ένα από τα ακόλουθα γράμματα, θα προβληθούν μόνο οι λέξεις που αντιστοιχούν σε αυτό.

Όλα
Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Ή   Θ   Ί   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Ύ   Φ   Χ   Ψ   Ώ

αποφασιστερός

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
εκείνος που τον διακρίνει σχετική αποφασιστικότητα

αποφκαιρνώ

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
φύρομαι, εξαντλούμαι, αδειάζω

απόφλοιμα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
η αποφλοίωση, ή καταστροφή του φλοιού ενός δέντρου, ιδίως από ζώα

αποφουσκαρίδα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
το "πουκάμισο" του φιδιού
Συνώνυμα: 
αποφουκαρίδα

αποφουσκηστή

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ανεβοσκηστή

αποφριματώ

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ορθώνομαι κάνοντας απειλητικές χειρονομίες

αποφυρώ

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
στερεύω
Παράδειγμα: 
δεν ήβρεξε οφέτος και εποφύραξε η στέρνα = δεν έβρεξε φέτος και στέρεψε η δεξαμενή (αποφυρώ :αύξηση αορίστου με "ε" εποφύραξα)

αποχερίζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
δίδω κάτι χέρι με χέρι

αποχόντρια

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
τα χοντρά πίτουρα που απομένουν από τα κοσκινίσματα

αποχτενίδια

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
τα μαλλιά που μένουν στην χτένα μετά το χτένισμα

αποχύνομαι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
απομακρύνομαι γρήγορα

απύρι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
(το) το θειάφι
Ετυμολογία: 
[< από+πύρ, πιθανώς επειδή το απύρι(=θειάφι) ήταν κατάλοιπο της τέφρας των ηφαιστίων]
Συνώνυμα: 
απίρι

απυρόλαδο

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
αλοιφή φαρμακευτικής χρησιμότητας που παρασκευάζεται από λάδι και θειάφι

απυρολόγος

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
το εργαλείο με το οποίο θειαφίζουν

απυροτσούβαλο

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
το τσουβάλι όπου φυλάσσεται το θειάφι (απύρι)

αρά

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
αραιά
Παράδειγμα: 
αρά και πού = καμμιά φορά, σε αραιά χρονικά διαστήματα

αραγός

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
μικρό ασκί

αράθυμος

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ευέξαπτος, οξύθυμος

αραμένος

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
αραγμένος / αγκυροβολημένος

αράσσω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ξαποσταίνω, ξεκουράζομαι αλλά και ορμώ, επιτίθεμαι, ορμώ από αγάπη
Συνώνυμα: 
αράζω
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα