Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα

ΚΡΗΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ - ΚΡΗΤΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ - ΚΡΗΤΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ - ΣΕΛΙΔΑ 41

Καλωσήρθατε στο αρτιότερο Κρητικό Λεξικό με κρητικές λέξεις από την κρητική διάλεκτο και το κρητικό λεξιλόγιο - γλωσσάρι!

Εδώ θα βρείτε κρητικές λέξεις με την ερμηνεία τους, την ετυμολογία τους, παραδείγματα χρήσης, συνώνυμα και αντίθετα.

Για να αναζητήσετε μια λέξη μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τον κεντρικό μηχανισμό αναζήτησης στο πάνω μέρος της σελίδας.

Αν πατήσετε σε ένα από τα ακόλουθα γράμματα, θα προβληθούν μόνο οι λέξεις που αντιστοιχούν σε αυτό.

Όλα
Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Ή   Θ   Ί   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Ύ   Φ   Χ   Ψ   Ώ

αποσφονιάζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
συμπιέζω για να προκαλέσω την εξαγωγή περιεχομένου υγρού από ύφασμα
Συνώνυμα: 
ποσφονιάζω

αποσώνω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
φτάνω

αποτάσσω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
συγκεντρώνω, κτώμαι αγαθά, πλούτη
Παράδειγμα: 
τον τσιγκούναρο που να μην ποτάξει πράμα = που να μην του μείνει τίποτα

αποταυρίζομαι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
εκτείνω χέρια-πόδια για να ξεμουδιάσω
Συνώνυμα: 
ποταυρίζομαι

αποταχιάς

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
μόλις προ ολίγου

αποτρίβγω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
κάνω εντριβή σε άρρωστο
Συνώνυμα: 
ποτρίβγω

αποτριβίδα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
το ψωμί που γίνεται από τα υπολείμματα της ζύμης
Συνώνυμα: 
ποτριβίδι

απότριμμα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
εντριβή
Συνώνυμα: 
πότριμμα

αποτρομώ

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
διστάζω, φοβούμαι, δειλιώ

αποτσακίζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
στρέφω τα ζώα του κοπαδιού προς άλλη κατεύθυνση

αποτσάκισμα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
της μέρας = η ώρα που ο ήλιος αρχίζει να δύει

αποτσιβή

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
η πρωινή δροσούλα
Συνώνυμα: 
τσιβή

αποτυρώνω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
αρχίζω τη νηστεία του τυριού

απού

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
που / από / από όπου / όποιος
Παράδειγμα: 
απού μπορεί = όποιος μπορεί, απού 'χενε = που είχε, απού σταν εγεννήθηκε = από τότε που γεννήθηκε

απόφαγα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
τέλειωσα το φαγητό ( με την αύξηση αορίστου 'ε" γίνεται επόφαγα

αποφαγούδια

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
υπολείματα φαγητού στο πιάτο

αποφαγώνομαι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
φθείρομαι πολύ, αμβλύνομαι από την πολλή χρήση (αλλά σε επίπεδο που μπορώ να επιδιορθωθώ)
Παράδειγμα: 
εποφαγωθήκανε τα στιβάνια ντου να γλακά απάνω στα χαλίκια = λύώσανε οι μπότες του να τρέχει πάνω στις πέτρες

αποφανίζομαι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
επιδεικνύομαι, προβάλλομαι χάρις στις ικανότητες του άλλου

αποφανίζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
περιποιούμαι τους επισκέπτες

αποφασίζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
καταδικάζω (αορ. εποφάσισα)
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα