Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα

ΚΡΗΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ - ΚΡΗΤΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ - ΚΡΗΤΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ - ΣΕΛΙΔΑ 19

Καλωσήρθατε στο αρτιότερο Κρητικό Λεξικό με κρητικές λέξεις από την κρητική διάλεκτο και το κρητικό λεξιλόγιο - γλωσσάρι!

Εδώ θα βρείτε κρητικές λέξεις με την ερμηνεία τους, την ετυμολογία τους, παραδείγματα χρήσης, συνώνυμα και αντίθετα.

Για να αναζητήσετε μια λέξη μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τον κεντρικό μηχανισμό αναζήτησης στο πάνω μέρος της σελίδας.

Αν πατήσετε σε ένα από τα ακόλουθα γράμματα, θα προβληθούν μόνο οι λέξεις που αντιστοιχούν σε αυτό.

Όλα
Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Ή   Θ   Ί   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Ύ   Φ   Χ   Ψ   Ώ

αναθυμίζομαι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ξαναθυμάμαι, επαναφέρω στην μνήμη μου

ανακαίρωμα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
αλλαγή του καιρού, της διάθεσης, αναταραχή

ανακαλιώ

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
καλώ, φωνάζω

ανάκαρα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
δύναμη, ψυχική δύναμη, αντοχή
Συνώνυμα: 
ανέκαρα, νάκαρα

ανακατερός

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ανάμεικτος
Συνώνυμα: 
ανεκατερός

ανακατώνομαι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ανακατεύομαι, αναμειγνύομαι / έχω τάση για εμετό, ταράσσομαι
Συνώνυμα: 
ανεκατώνομαι

ανακάτωση

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
έχει την έννοια του ξεσηκωμού, της επανάστασης

ανάκληση

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
επάνοδος των καλών

ανακολλούμαι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
προσκολλώμαι, παίρνω από κοντά, κολλώ σε κάποιον και τον ενοχλώ
Συνώνυμα: 
ανεγκολλούμαι

ανακούρκουδα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
κάθισμα βαθύ
Συνώνυμα: 
ανεκούρκουβα

ανακουφώνω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ανασηκώνω κάτι, το ανυψώνω ώστε να σχηματιστεί κενό από κάτω ή τρύπα

αναλαμπή

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
λεπτόκλωνος θάμνος για προσάναμα, αντιλάμψιμα

αναλέγω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
μαζεύω
Συνώνυμα: 
ανελέγω

ανάλεμά το

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ήπια έκφραση του ανάθεμά το

ανάλλαγος

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
αυτός που φοράει βρώμικα ρούχα, που δεν τα αλλάζει

αναλύω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
βγάζω τεχνικώς το μετάξι του μεταξοσκώληκα

αναλώνω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ψάχνω

αναμαζώνω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
συγκεντρώνω πράγματα σκόρπια
Συνώνυμα: 
ανεμαζώνω

αναμαζωξιάρης

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
αυτός που έχει έρθει από άλλο τόπο, ο ξενομερίτης
Συνώνυμα: 
ανεμαζωξιάρης

ανάμελος

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ανέμελος
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα