Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα

ΚΡΗΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ - ΚΡΗΤΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ - ΚΡΗΤΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ ΑΠΟ 'Κ' - ΣΕΛΙΔΑ 5

Καλωσήρθατε στο αρτιότερο Κρητικό Λεξικό με κρητικές λέξεις από την κρητική διάλεκτο και το κρητικό λεξιλόγιο - γλωσσάρι!

Εδώ θα βρείτε κρητικές λέξεις με την ερμηνεία τους, την ετυμολογία τους, παραδείγματα χρήσης, συνώνυμα και αντίθετα.

Για να αναζητήσετε μια λέξη μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τον κεντρικό μηχανισμό αναζήτησης στο πάνω μέρος της σελίδας.

Αν πατήσετε σε ένα από τα ακόλουθα γράμματα, θα προβληθούν μόνο οι λέξεις που αντιστοιχούν σε αυτό.

Όλα
Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Ή   Θ   Ί   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Ύ   Φ   Χ   Ψ   Ώ

κατουμώνω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
κάνω κάποιον να νυστάζει,υποτάσω,γονατίζω,νικώ κάποιον

κατούνα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
σπίτι βοσκού στο βουνό (λέγεται και κονάκι)

κατσά κατσά

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
αθόρυβα στα ακροδάκτυλα,σιγά -σιγά,σκυφτά

κάτσε

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
κάθισε

κατσίγαρος

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
(ο) τα υγρά απόβλητα του ελαιουργείου, συνήθως πολύ τοξικά και επικίνδυνα για το περιβάλλον, αν αποτεθούν χωρίς περαιτέρω επεξεργασία. Κι αυτό γιατί ο κατσίγαρος περιέχει ουσίες, τις πολυφαινόλες, που όταν πέφτουν στο νερό δεσμεύουν οξυγόνο και το στερούν από τους ζωντανούς οργανισμούς

κατσιποδιά

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
αναποδιά, κακοτυχία,αστοχία

κατσιφάρα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
καταχνιά,πυκνή ομίχλη

κατσοπρινένιος

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
κατασκευασμένος από κατσοπρινένιο ξύλο (βλ. κατσοπρίνι)

κατσοπρίνι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
αγριοβελανιδιά, κατσιασμένο πουρνάρι

κατσουκανιά

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
αταξία, απάτη

κατσούλα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
η γάτα

κατσούλι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
γατάκι

κατσούνα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
είδος μπαστουνιού. Το πάνω μέρος έχει σχήμα λάμβδα κεφαλαίο, και γίνεται από κλαδί δέντρου (ως έχει το φυσικό του σχήμα)

κατσόχερος

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ο σκαντζόχοιρος | μικρό τυράκι για το σπίτι, από τα απομεινάρια της μαλάκας (βλ.λ)

καύκαλο

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
το πάνω μέρος από το κεφάλι | το πάνω μέρος από το παξιμαδιασμένο ψωμί |το πάνω μέρος του ποδιού, του χεριού | το κέλυφος της χελώνας, το κέλυφος των οστρακόδερμων

καυκί

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
το κεφάλι

καυκιά

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
καυχησιά

καφάς

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
το σβέρκο

κάψα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ζέστη

κάψαλο

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
αποκαϊδι
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα