Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα

ΚΡΗΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ - ΚΡΗΤΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ - ΚΡΗΤΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ - ΣΕΛΙΔΑ 98

Καλωσήρθατε στο αρτιότερο Κρητικό Λεξικό με κρητικές λέξεις από την κρητική διάλεκτο και το κρητικό λεξιλόγιο - γλωσσάρι!

Εδώ θα βρείτε κρητικές λέξεις με την ερμηνεία τους, την ετυμολογία τους, παραδείγματα χρήσης, συνώνυμα και αντίθετα.

Για να αναζητήσετε μια λέξη μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τον κεντρικό μηχανισμό αναζήτησης στο πάνω μέρος της σελίδας.

Αν πατήσετε σε ένα από τα ακόλουθα γράμματα, θα προβληθούν μόνο οι λέξεις που αντιστοιχούν σε αυτό.

Όλα
Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Ή   Θ   Ί   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Ύ   Φ   Χ   Ψ   Ώ

παραστιά

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
βλέπε παραθιά

παραστρατίζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
αλλάζω δρόμο | γίνομαι κακός άνθρωπος, κάνω κακή ζωή

παρασύρα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
(η) σκούπα συνήθως φτιαγμένη από διάφορα φυτά: από αγούδουρα (σπαθόχορτο – βαρσαμόχορτο),από φινοκαλίδα (γνωστό στην ανατολική Κρήτη σαν πλευριτόχορτο), από βούρλα, από σπάρτο, από ερείκους ( θάμνος, ρείκι) και από αθυμοκαλιά (θυμάρι) όπως το λένε στην κεντρική Κρήτη.
Ετυμολογία: 
[< παρασύρω | παρασέρνω]
Συνώνυμα: 
σκούπα

παρατσάφαλα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ανέκδοτα, αινίγματα, αστεία, νάκλια

παράωρος

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ο παρα την ώρα, παράωρος, αυτός που είναι εκτός τόπου και χρόνου, γενικώς δύσκολος στις σχέσεις του

παρονομοιάζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
παρομοιάζω | βγάζω παρατσούκλι
Ετυμολογία: 
[< παρομοιάζω]
Συνώνυμα: 
παρανομοιάζω

παρτίρω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
υποφέρω, βασανίζομαι, ταλαιπωρούμαι, παταίρνω

πασαλής

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
βλ. μπασαλής

πασκίζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
προσπαθώ με μεγάλο κόπο

πασπαλιά

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
χτύπημα με το εσωτερικό μέρος της παλάμης του χεριού

πασπαλίζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
γεμίζω με κάποια σκόνη, σκονίζω | ρίχνω χαστούκι σε κάποιον με το εσωτερικό μέρος της παλάμης ανοιχτής

παστάβι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
τόπι ύφασμα

παταίρνω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
υποφέρω, βασανίζομαι, ταλαιπωρούμαι, παρτίρω

πατανία

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
υφαντή κουβέρτα

πατονιάρω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
εγκαταλείπω, παρατώ, αφήνω, περιφρονώ

πατούλια

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
συντροφιά, ομάδα συνομιλίκων, μπατούλια

πάχνη

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
παγωμένη πρωϊνή δροσιά, με ελαφρά ομίχλη

παχουλομπρατσάτη

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
αυτή που έχει παχουλά, αφράτα χέρια

πεζούλα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
επίπεδο μέρος αγρού συνήθως δυνάμενο να καλλιεργηθεί με τα βόδια

πελέκι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
πελεκιτή τετραγωνισμένη πέτρα
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα