Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα

ΚΡΗΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ - ΚΡΗΤΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ - ΚΡΗΤΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ - ΣΕΛΙΔΑ 92

Καλωσήρθατε στο αρτιότερο Κρητικό Λεξικό με κρητικές λέξεις από την κρητική διάλεκτο και το κρητικό λεξιλόγιο - γλωσσάρι!

Εδώ θα βρείτε κρητικές λέξεις με την ερμηνεία τους, την ετυμολογία τους, παραδείγματα χρήσης, συνώνυμα και αντίθετα.

Για να αναζητήσετε μια λέξη μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τον κεντρικό μηχανισμό αναζήτησης στο πάνω μέρος της σελίδας.

Αν πατήσετε σε ένα από τα ακόλουθα γράμματα, θα προβληθούν μόνο οι λέξεις που αντιστοιχούν σε αυτό.

Όλα
Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Ή   Θ   Ί   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Ύ   Φ   Χ   Ψ   Ώ

ξάσου

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
κάνε ότι νομίζεις

ξεγαργαρίζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
σκαλίζω, περιεργάζομαι, αναμοχλεύω από περιέργεια

ξεγιαλίζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ανοίγομαι στο πέλαγος

ξεγιβεντίζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
προσβάλω, γελοιοποιώ κάποιον, ξεφανερώνω κάτι κακό που έκανε κάποιος και τον ντροπιάζω,

ξεγιβεντίστηκα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
εξευτελίστηκα, ντροπιάστηκα, γελοιοποιήθηκα

ξεγνοιάζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
μου φεύγει η έγνοια από κάτι, ησυχάζω

ξεδείλιανε

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ξεκαθάρισε, (το όνειρο) έγινε πραγματικότητα

ξεθαρεύω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ανακτώ το θάρρος μου

ξεκάνω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
σκοτώνω | καταστρέφω τελείως

ξεκορφίζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
βγαίνω στην κορυφή ενός υψώματος

ξελαμίζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ξετρυπώνω, ανασκαλεύω, σκαλίζω, ασχολούμαι, αποφασίζω, βρίσκω άκρη

ξελουριδιάζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ξεσκίζω, κάνω κουρέλια

ξεμαγαρίζω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ξεβρωμίζω, καθαρίζω ένα μέρος από ακαθαρσίες | καθαρίζω μέρος από την παρουσία κακού ανθρώπου
Παράδειγμα: 
ήφυγε και εξεμαγάρισε ο τόπος (σε περίπτωση ανθρώπου κακού)= έφυγε και καθάρισε το χωριό μας

ξεμασκουλώνω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ανοίγω βίαια πόρτα με μάσκουλα και μεντεσέδες, ανασηκώνοντας την

ξεμίστευε

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
θεέ μου ξεμίστευέ τον = προστάτευέ τον, βοήθα τον να ξεμπλέξει ή να μην μπλέξει

ξεμπερδένω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ξεμπερδεύω

ξενετέρνω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
τελειώνω τη δουλειά μου, ξετελεύγω

ξενινιατό

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
νάζι, συμπεριφορά παραχαϊδεμένου παιδιού

ξενομπασάρης

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
περαστικός, ξένος

ξενομπάτης

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ξενοχωριανός
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα