Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα

ΚΡΗΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ - ΚΡΗΤΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ - ΚΡΗΤΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ ΑΠΟ 'Α' - ΣΕΛΙΔΑ 10

Καλωσήρθατε στο αρτιότερο Κρητικό Λεξικό με κρητικές λέξεις από την κρητική διάλεκτο και το κρητικό λεξιλόγιο - γλωσσάρι!

Εδώ θα βρείτε κρητικές λέξεις με την ερμηνεία τους, την ετυμολογία τους, παραδείγματα χρήσης, συνώνυμα και αντίθετα.

Για να αναζητήσετε μια λέξη μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τον κεντρικό μηχανισμό αναζήτησης στο πάνω μέρος της σελίδας.

Αν πατήσετε σε ένα από τα ακόλουθα γράμματα, θα προβληθούν μόνο οι λέξεις που αντιστοιχούν σε αυτό.

Όλα
Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Ή   Θ   Ί   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Ύ   Φ   Χ   Ψ   Ώ

αθώ

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ανθώ

αίγα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
κατσίκα, γίδα
Ετυμολογία: 
[< αρχ. αιξ, αιγός]

αϊντέστε

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ελάτε, ας πηγαίνουμε, πάμε
Συνώνυμα: 
αντέστε

αϊπλίκι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ελάττωμα, κουσούρι, ψεγάδι

αϊράνι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ύφασμα πολύ λεπτό, είτε από το πέρασμα χρόνου είτε από τον τρόπο ύφανσης

αϊτός

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
σταυραϊτός, μτφ. ο αδούλωτος επαναστάτης | το περήφανο πουλί ως σύμβολο ελευθερίας και ανεξαρτησίας

ακάμωτος

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ανώριμος, άγουρος, αγίνωτος

ακάνιαστο

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
το πουλί που μόλις βγήκε από το αυγό του, χωρίς φτερά

άκαρδος

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
σκληρός, άσπλαχνος

ακαρντάσης

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
αδερφικός φίλος, πιστός σύντροφος
Συνώνυμα: 
καρντάσης

ακάτεχος

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
άπειρος, αδαής

ακατίταγος

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ζωηρός, ανυπόταχτος, ανυπάκουος

ακέριος

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ολόκληρος, ακέραιος

ακήδευτος

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
αφρόντιστος

ακιντές

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
γλύκισμα

άκλερος

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
άτεκνος, χωρίς απογόνους
Συνώνυμα: 
άκληρος

ακοδά

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
όχι δά

ακοντεμός

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
συγκράτημα, σταμάτημα
Παράδειγμα: 
πήενε α πα κοντέψεις τα οζά = πήγαινε να εμποδίσεις τα ζώα (μην μπουν στο ξένο χωράφι)
Συνώνυμα: 
κοντεμός, κόντεμα

ακούνιστος

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
ακίνητος

ακουρμάζομαι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
δίνω μεγάλη προσοχή σ' αυτά που ακούω
Συνώνυμα: 
αφρουκάζομαι
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα