Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα

ΚΡΗΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ - ΚΡΗΤΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ - ΚΡΗΤΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ ΑΠΟ 'Α' - ΣΕΛΙΔΑ 34

Καλωσήρθατε στο αρτιότερο Κρητικό Λεξικό με κρητικές λέξεις από την κρητική διάλεκτο και το κρητικό λεξιλόγιο - γλωσσάρι!

Εδώ θα βρείτε κρητικές λέξεις με την ερμηνεία τους, την ετυμολογία τους, παραδείγματα χρήσης, συνώνυμα και αντίθετα.

Για να αναζητήσετε μια λέξη μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τον κεντρικό μηχανισμό αναζήτησης στο πάνω μέρος της σελίδας.

Αν πατήσετε σε ένα από τα ακόλουθα γράμματα, θα προβληθούν μόνο οι λέξεις που αντιστοιχούν σε αυτό.

Όλα
Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Ή   Θ   Ί   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Ύ   Φ   Χ   Ψ   Ώ

αποδεπά

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
από δω
Συνώνυμα: 
ποδεπά

αποδιαβαίνω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
φεύγω

αποδιαλέγουρα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
αυτά που έμειναν από την επιλογή, τα άχρηστα

αποδιαλεμάτου

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
αυτό που έχει μείνει από την επιλογή των καλυτέρων, το σκάρτο

αποδιαντρέπομαι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
αποβάλλω την ντροπή, γίνομαι αναίσχυντος

αποδιαφωτά

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
χαράζει η μέρα, ξημερώνει
Συνώνυμα: 
ποδιαφωτά

αποδιαφωτίσματα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
χαράματα, ξημερώματα
Συνώνυμα: 
ποδιαφωτίσματα

αποδιαφωτώ

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
στο τρίτο πρόσωπο : αποδιαφωτά ή ποδιαφωτά = αρχίζει να ξημερώνει

αποδίδω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
καταντώ

αποδόματα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
έσοδα, κέρδη

αποδυνάζομαι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
υποφέρω τις δοκιμασίες

αποδώματα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
κατάντια, κακές επιπτώσεις

αποζυγώνω

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
κυνηγώ, καταδιώκω

αποζυμωτίδια

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
τα υπολείμματα της ζύμης

αποθαμένος

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
αυτός που έχει πεθάνει, ο νεκρός

απόθεκα

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
εναπόθεσα

απόι

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
(το) πρωινή ή βραδινή καταχνιά, υγρασία, δροσιά, δροσούλα

απόις

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
μετά, έπειτα
Συνώνυμα: 
απίς

αποκαγός

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
το μισοκαμμένο ξύλο από το τζάκι

αποκαθαρίδια

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
τα άχρηστα των καρπών, των αγριόχορτων και των λαχανικών που μένουν μετά το καθάρισμα
Συνώνυμα: 
αποκαθαριστίδια
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα
Επαναφορτιζόμενες Μπαταρίες - Ηλεκτρικά Οχήματα