Ζευλώνω τι σημαίνει - ΚΡΗΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
λυγίζω κάτι σε μορφή ζεύλας (βλ.λ) | θέτω υπό το ζυγό τα βόδια για άρωση ή αλώνισμα, βάζω στα βόδια τις ζεύλες