Σπολατίζω τι σημαίνει - ΚΡΗΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
εύχομαι "εις πολλά έτη", ευγνωμονώ κάποιον, του χρωστώ χάρη
Ετυμολογία: 
< ευχή "εις πολλά έτη"
Παράδειγμα: 
σπολατίζω του κυρού μου που μου 'φηκε τούτο το σπίτι
Share on Facebook

Δείτε περισσότερες κρητικές λέξεις στο Κρητικό Λεξικό