Σαλεύγω τι σημαίνει - ΚΡΗΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ
Ερμηνεία / Τι σημαίνει:
κινώ, κινούμαι, κουνώ, σείω
Ετυμολογία:
[< αρχ. σαλεύω < σάλος]
Παράδειγμα:
σάλευγε να πηγαίνουμε...
"σάλευγε παραπέρα" λέμε σε κάποιον για να μας αφήσει ήσυχους.