Μαστραπάς τι σημαίνει - ΚΡΗΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ
Ερμηνεία / Τι σημαίνει:
Μικρή μεταλλική, πήλινη ή γυάλινη κανάτα για σερβίρισμα νερού ή κρασιού. Έχει ευρύ και μυτερό στόμιο, καθώς και χειρολαβή.
Ετυμολογία:
< (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική μαστραπάς < τουρκική maşrapa [1] < αραβική مشربة (mashraba) < ρίζα "σούρμπ" (πίνω)
Παράδειγμα:
1. Από το τραγούδι "Τα βάσανα μου χαίρομαι" (ή αλλιώς "Χαλεπιανός") που ηχογραφήθηκε το 1938 από τον Στέλιο Φουσταλιέρη μαζί με τον Γιάννη Μπαξεβάνη: "Γυαλένιος είσαι μαστραπάς κι όποιον κι αν δεις τον αγαπάς" 2. Παροιμία: "Τον μαστραπά τον έσπασες, κρασί τι μου γυρεύεις;"