Κουζουλαίνομαι τι σημαίνει - ΚΡΗΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ
Ερμηνεία / Τι σημαίνει:
τρελαίνομαι
Ετυμολογία:
< κουζουλός
Παράδειγμα:
Όφου και κουζουλάθηκα με σένα που 'χω μπλέξει
σαν το μωρό εγίνηκα που προσπαθεί να παίξει!
Συνώνυμα:
τρεζαίνομαι, τροζαίνομαι