Κουλαντρίζω τι σημαίνει - ΚΡΗΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ
Ερμηνεία / Τι σημαίνει:
έχω τον έλεγχο σε κάποιον, σε κάτι, κατορθώνω, εξουσιάζω, υποτάσσω, διοικώ, διαχειρίζομαι, διευθύνω, καθοδηγώ, αντιμετωπίζω, καταφέρνω κάτι, τα βγάζω πέρα, ελέγχω, χαλιναγωγώ