Κορφολογώ τι σημαίνει - ΚΡΗΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
κόβω τις κορφές βλαστού,περιποιούμαι , | περιορίζω
Share on Facebook

Δείτε περισσότερες κρητικές λέξεις στο Κρητικό Λεξικό