Απολαγονεύγω τι σημαίνει - ΚΡΗΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
σταματώ, τελειώνω
Ετυμολογία: 
[<από + λαγονεύω (=κυνηγώ λαγούς)]
Share on Facebook

Δείτε περισσότερες κρητικές λέξεις στο Κρητικό Λεξικό