Ανάχυμα τι σημαίνει - ΚΡΗΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ
Ερμηνεία / Τι σημαίνει:
χώμα που σωρεύεται σκάβοντας | η δεύτερη ποσότητα γάλακτος που βάζουμε στον ορό της τυροκομικής, για να κάνουμε τη μυζήθρα, όταν ήδη έχει βγει το πρώτο μαλακό τυρί (η μαλάκα, βλ.λ)