Αγιάερτος τι σημαίνει - ΚΡΗΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ

Ερμηνεία / Τι σημαίνει: 
αγύριστος, που δεν έχει γυρίσει ακόμα
Ετυμολογία: 
[< γιαγέρνω]
Παράδειγμα: 
πήγαινε στον αγιάερτο = πήγαινε στον αγύριστο
Συνώνυμα: 
αγάερτος, αγιάγιερτος